Σ’ αυτό το άρθρο θα μιλήσουμε για τη σωστή θερμοκρασία που πρέπει να απολαμβάνουμε την μπύρα μας.
Παρότι τα τελευταία χρόνια έχει σημειωθεί αξιοπρόσεκτη ανάπτυξη στον τομέα της ζυθοποιίας στη χώρα μας, με ολοένα και πιο πολλά μικροζυθοποιεία να ξεπροβάλλουν, εξέλιξη σαφώς χαροποιός και ενθαρρυντική, και παρόλο που σημαντική μερίδα του καταναλωτικού κοινού έχει στρέψει την προσοχή και τα γούστα της σ’ αυτό το λαϊκό ποτό, αναζητώντας τις ποιοτικές και πιο ιδιαίτερες εκδοχές του, υπάρχει ακόμη η εσφαλμένη αντίληψη ότι η μπύρα πίνεται μονάχα παγωμένη και για να δροσίσει. ΛΑΘΟΣ!!!
Πιο συγκεκριμένα… Ας πρυτανεύσει η λογική!… Ένα ηλιόλουστο καλοκαιρινό μεσημέρι θα αποτελούσε μία πολύ καλή επιλογή η κατανάλωση μίας Pilsner μπύρας, η οποία με το ελαφρύ της σώμα, τον πιο απλό χαρακτήρα της και το διοξείδιό της, θα δρόσιζε στη στιγμή τον εκάστοτε ουρανίσκο. Δίπλα σ’ αυτή την ξανθιά «κυρία», θα ήταν σοφό να δοκιμάσει κάποιος μία μπύρα τύπου barley wine, για να ξεδιψάσει;;; ΟΧΙ!!!
Η πιο πιθανή έκβαση από αυτή την «τολμηρή» ενέργεια θα ήταν η εφίδρωση, και σε σύντομο χρονικό διάστημα, ένα «βαρύ» κεφάλι από την αλκοόλη, που είθισται να περιέχουν οι μπύρες αυτής της κατηγορίας. Επιπρόσθετα δε θα χαιρόταν καθόλου τις γεύσεις και τα αρώματα που έχει να προσφέρει μία barley wine μπύρα, καθώς θα την κατανάλωνε για λάθος σκοπό και στη λάθος θερμοκρασία.
Το συμπέρασμα: υπάρχουν μπύρες για να ξεδιψούν, οι οποίες μπορούν να καταναλωθούν άφοβα σε χαμηλές θερμοκρασίες και με κάπως πιο γρήγορους ρυθμούς (αν το επιθυμεί κάποιος), και υπάρχουν μπύρες, που πρέπει να δοκιμαστούν σε πιο υψηλές θερμοκρασίες ή να αφεθούν να ζεσταθούν κάπως, ούτως ώστε να αποδώσουν το περίπλοκο προφίλ τους στον μέγιστο δυνατό βαθμό, και ο τυχερός δοκιμαστής να μείνει με ένα χαμόγελο πίνοντας και την τελευταία γουλιά αυτού του νέκταρ.
Θα κάνουμε μία παράθεση, κατηγοριοποιώντας τις μπύρες και τις αντίστοιχες θερμοκρασίες που θα ήταν καλό να καταναλώνονται:
Σε γενικές γραμμές, μπορεί να ειπωθεί ότι υπάρχει άμεση σχέση ανάμεσα στο χρώμα μίας μπύρας και τη θερμοκρασία που αυτή σερβίρεται/καταναλώνεται, κάτι που συνεπάγεται ότι όσο πιο ανοιχτόχρωμη είναι μία μπύρα, τόσο πιο κρύα σερβίρεται, ενώ, καθώς σκουραίνει προοδευτικά το χρώμα της (αλλά και ανεβαίνει ο αλκοολικός της βαθμός), ανεβαίνει αντιστοίχως κι η θερμοκρασία κατανάλωσής της.
Συνεπώς…
Κρύες (5˚C): ξανθές Lager μπύρες, Pilsner, Helles, Lambic με φρούτα, μηλίτες, μπύρες χαμηλού αλκοόλ.
Δροσερές (5-8˚C): Weisse, Witbier, Bock, Helles Bock, Kolsch, Pale Lager.
Δροσερές-χλιαρές (8-12˚C): Dunkel Weisse, Doppelbock, Weizenbock, Belgian Ale, Trappist, Abbey, Dubbel/Tripel, Bitter, English Pale Ale, American Pale Ale, IPA, Stout/Porter, Imperial IPA/Stout/Porter, Kαπνιστές, Αmber Ale, Red Ale, Scotch Ale, Lambic, Old Flemish Brown/Red, Saison, Kellerbier, Biere de Garde.
Θερμοκρασία κελαριού-Ζεστές (12-16˚C): Βarley Wine, Quadrupel/Abt, Triple Bock, Eisbock, Mead, μηλίτες Αγγλικού τύπου.
Δεν είμαστε απόλυτοι ως προς τις άνωθεν θερμοκρασίες που προτείνονται για την καλύτερη δυνατή απόδοση της γεύσης και των αρωμάτων μίας μπύρας, ούτε μπορούμε να επιβάλλουμε στον οιονδήποτε σε τι θερμοκρασία θα επιλέξει να απολαύσει την μπύρα του, καθώς όλα είναι θέμα προσωπικού γούστου και προτίμησης˙ ωστόσο, εμπειρικά μιλώντας πάντοτε, λογικά σκεπτόμενοι, αλλά και έχοντας υπ’ όψιν μας τις γενικότερες προτάσεις που γίνονται από άτομα (sommelier, cicerone) και ιστότοπους, οι οποίοι ασχολούνται επαγγελματικά με τον ζύθο, καταλήγουμε στο εξής απλό συμπέρασμα: μία μπύρα που καταναλώνεται εξαιρετικά κρύα σε παγωμένο ποτήρι, μουδιάζει τους γευστικούς κάλυκες της γλώσσας μας και δε μας επιτρέπει να αντιληφθούμε στο έπακρο τα οργανοληπτικά στοιχεία που αυτή έχει να προσφέρει, ανεξαρτήτως της απλοϊκότητας ή της περιπλοκότητάς της.
Ο καθένας μπορεί να δοκιμάσει και να το οσφρανθεί/γευτεί από πρώτο χέρι…
Κείμενο:Πωλ Εμμανουηλίδης